Θωρακισμένο Καταδρομικό ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ
Δημοσιεύτηκε: Δευ Ιουν 05, 2017 7:43 pm
Θωρακισμένο Καταδρομικό ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ
Ιστορία Πλοίου
Δέκα χρόνια μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε μια ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών που είχαν κατασκευασθεί το 1889. Η επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία αξιόμαχου στόλου είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του στόλου - στα τέλη του 1908 - με τέσσερα καινούρια αγγλικά και τέσσερα γερμανικά αντιτορπιλικά. Σε αυτά επρόκειτο να προστεθεί το Θωρακισμένο-Καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ», η Δόξα του Πολεμικού Ναυτικού.
Για την ανανέωση του Στόλου η τότε κυβέρνηση Μαυρομιχάλη είχε απευθυνθεί στα Ναυπηγεία Ορλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας, όπου εκείνη ακριβώς την εποχή κατασκευαζόταν ένα θωρακισμένο–καταδρομικό το οποίο είχε παραγγελθεί και επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από το Ιταλικό Ναυτικό. Όμως, η ακύρωση της παραγγελίας από τη μεριά των Ιταλών και η άμεση προκαταβολή του 1/3 της συνολικής αξίας του πλοίου επέτρεψαν την απόκτηση του θωρηκτού από την Ελλάδα. Το ποσόν της προκαταβολής προήλθε από τη διαθήκη του Γεωργίου Αβέρωφ και ανήρχετο σε 8.000.000 εκατομμύρια χρυσές δραχμές, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 15.650.000 χρυσών δραχμών καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.). Η κυβέρνηση δαπάνησε 23.650.000 δρχ. για την απόκτηση του. Τα 8.000.000 δρχ. προέρχονταν από το 20% της συνολικής κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ, που παραχώρησε με τη διαθήκη του στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία
δημοσίευσης της διαθήκης). Η διαθήκη όριζε ότι το 1/5 της περιουσίας του (20 μερίδια) παραχωρείται για τη ναυπήγηση ισχυρού καταδρομικού πλοίου που θα φέρει το όνομα του και διασκευασμένο κατά τέτοιον τρόπο ώστε να χρησιμεύει ως Εκπαιδευτικό πλοίο Σχολής Ναυτικών Δοκίμων προς την πρακτική και θεωρητική τελειοποίηση αυτών. Το υπόλοιπο ποσό 14.300.000 καλύφθηκε εξ' ολοκλήρου από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.). Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι Τούρκοι είχαν ενδιαφερθεί για την αγορά του πλοίου
Το 10.200 τόνων θωρακισμένο εύδρομο (όπως ακριβέστερα περιγράφεται) είχε ιταλικές μηχανές 19.000 ίππων, 22 γαλλικούς λέβητες, γερμανικές γεννήτριες και αγγλικά πυροβόλα 190 και 234 χιλιοστών τύπου ARMSTRONG. Η μέγιστη ταχύτητα που ανέπτυσσε το Θωρηκτό ήταν 23 κόμβοι. Το «Γ. Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου (27 Φεβρουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1910 και την 1 Σεπτεμβρίου 1911 κατέπλευσε στο Φάληρο, όπου έγινε δεκτό από τους Έλληνες με ενθουσιασμό.
Το Θωρηκτό δεν άργησε να γνωρίσει το βάπτισμα του πυρός. Τον Οκτώβριο του 1912, με την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, το «Γ.Αβέρωφ», επικεφαλής του Στόλου του Αιγαίου υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, απέπλευσε προς τα Δαρδανέλια. Κατέλαβε τη Λήμνο και στον όρμο του Μούδρου εγκαταστάθηκε το προχωρημένο αγκυροβόλιο του Στόλου. Ακολούθησε η κατάληψη του Αγίου Όρους, των νησιών του βορείου και ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Αγ. Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος). Η σύγκρουση με τον τουρκικό στόλο ήταν πλέον αναπόφευκτη. Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης έδωσε επιθετικό χαρακτήρα στον ελληνικό σχεδιασμό. Διέταξε το στόλο του να αρχίσει να πλέει από βορρά προς νότο, οπότε ο οθωμανικός στόλος εμφανίσθηκε στην έξοδο των Στενών. Τότε, ο Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο σήμα του στα ελληνικά πλοία που συνέπλεαν με το «Γ. Αβέρωφ»: «Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου πλέω μεθ' ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν προς την νίκην εναντίον του εχθρού του Γένους». Η έκβαση των Ναυμαχιών της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) που ακολούθησαν, διέλυσε τις προσδοκίες του Σουλτάνου και της Υψηλής Πύλης για τον έλεγχο του Αιγαίου. Ο οθωμανικός στόλος δεν θα επιχειρούσε πια νέα έξοδο στο Αιγαίο.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13 αποτελούν αναντίρρητα την πλέον ένδοξη πολεμική περίοδο του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ». Με την έναρξη των εχθροπραξιών, τον Οκτώβριο του 1912, ο ελληνικός στόλος κλήθηκε να πετύχει έναν ιδιαίτερα δύσκολο συνδυασμό πολλαπλών στόχων: να εμποδίσει την έξοδο του οθωμανικού στόλου στο Αιγαίο, να αποκτήσει την κυριότητα των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου, να εμποδίσει τη μεταφορά οθωμανικών στρατευμάτων και εφοδίων προς τα ηπειρωτικά μέτωπα των Βαλκανίων, καθώς και να προστατεύσει τις αντιστοιχείς θαλάσσιες μεταφορές της Ελλάδας και των συμμάχων της. Η επιτυχής έκβαση των ελληνικών επιτελικών σχεδιασμών ήταν αποτέλεσμα τριών κυρίως παραγόντων: των αυξημένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων που διέθετε το νεότευκτο θωρηκτό, της αναμφισβήτητης ηγετικής ικανότητας και τόλμης του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, όπως και του υψηλότατου ηθικού των ελληνικών πληρωμάτων όλου ανεξαιρέτως του ελληνικού στόλου. Η επιτυχής κατάληψη των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου και η κατίσχυση των ελληνικών όπλων στις Ναυμαχίες της Έλλης και την Λήμνου είχαν ως αποτέλεσμα ο «Γ. Αβέρωφ» να αποκτήσει διαστάσεις συμβόλου στη λαϊκή μνήμη: ένας μύθος είχε πια γεννηθεί.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα παρέμεινε ουδέτερη. Όμως, το 1917 η Κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου απεφάσισε να συμμετάσχει στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Με το τέλος της παγκόσμιας σύρραξης -Οκτώβριος 1918- η Τουρκία συνθηκολόγησε (ανακωχή του Μούδρου) και η Ελλάδα βρέθηκε στην πλευρά των νικητών. Το «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη και εκεί ύψωσε την ελληνική σημαία ως μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Μεγάλου Πολέμου. Συμπερασματικά, ο πλήρης έλεγχος της Μεσογείου από το συμμαχικό ναυτικό και η επιτυχία της συμμαχικής ναυτικής στρατηγικής, που απέβλεπε στον αποκλεισμό του στόλου των Κεντρικών Δυνάμεων στην Αδριατική και του τουρκικού στον Βόσπορο, στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σ' αυτά ακριβώς τα πλήγματα που είχε επιφέρει ο ελληνικός στόλος και το «Γ. Αβέρωφ» στην Κωνσταντινούπολη και η ύψωση της ελληνικής σημαίας αποτέλεσαν τη δικαίωση του θάρρους και της αυταπάρνησης του ελληνικού πολεμικού στόλου στον αγώνα για εθνική ολοκλήρωση, σύμβολο πλέον ναυτικής τόλμης και ηρωισμού, διέγειρε τη συλλογική φαντασία και τα οράματα του Ελληνισμού.
Μετά την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης το «Γ. Αβέρωφ» μαζί με τον υπόλοιπο στόλο μετέφερε τα ελληνικά στρατεύματα στην Ιωνία. Οι εξελίξεις των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία διέγραψαν γρήγορα αρνητική πορεία που κατέληξε στην Καταστροφή του '22. Το «Γ. Αβέρωφ» βρέθηκε ξανά στα μικρασιατικά παράλια, τούτη τη φορά για να βοηθήσει στη μεταφορά των στρατευμάτων και του ξεριζωμένου ελληνικού στοιχείου.
Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» τέθηκε και πάλι επικεφαλής, ως ναυαρχίδα του ελληνικού πολεμικού στόλου. Μετά ωστόσο τη κατάρρευση του μετώπου, τον Απρίλιο του 1941, το Υπουργείο Ναυτικών διέταξε την αυτοβύθιση του θωρηκτού, προκειμένου να μην περιέλθει στα χέρια του εχθρού. Στην καρδιά και στο φρόνημα των ελληνικών πληρωμάτων, η αναχώρηση των εναπομεινάντων πλοίων του στόλου στην Αλεξάνδρεια ήταν αδιανόητο να γίνει χωρίς την ασφαλή συντροφιά του «Μπάρμπα Γιώργη», του ηρωικού Θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ», όπως ήταν συνηθισμένο να ονομάζεται από τα πληρώματα. Έτσι λοιπόν, μετά τον επιτυχή κατάπλου του θωρηκτού στην Αλεξάνδρεια, το πλοίο κατευθύνθηκε στη Βομβάη για γενική επισκευή και επιθεώρηση. Αρχικά το «Γ. Αβέρωφ» δραστηριοποιήθηκε στον Ινδικό Ωκεανό, με αποστολή την προστασία νηοπομπών, που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν. Στο τέλος του 1942 ο «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στο Πορτ Σάιντ, όπου συμμετείχε σε αποστολές προστασίας λιμένων. Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1944 και ύστερα από απουσία σχεδόν τεσσάρων ετών, ο ένδοξος «Γ. Αβέρωφ» επέστρεψε στις 16 Οκτωβρίου 1944 το απόγευμα στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του την τότε εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και αγκυροβόλησε πανηγυρικά στον φαληρικό όρμο. Στο χρονικό διάστημα 1947 έως 1949 το Θωρηκτό έγινε Αρχηγείο Στόλου στο Κερατσίνι. Όμως, το πλοίο είχε ‘γεράσει' και το 1952 διατάχθηκε ο παροπλισμός του.
Από το 1957 μέχρι το 1983, το Θωρηκτό βρέθηκε πρυμνοδετημένο στον Πόρο. Το 1984 το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε να το αποκαταστήσει. Μετά από τριάντα χρόνια στο περιθώριο, το Θωρηκτό ξεκίνησε τη νέα του πορεία. Την ίδια χρονιά το πλοίο ρυμουλκήθηκε από τον Πόρο και κατέληξε στο Φάληρο, όπου άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασής του. Το μέγεθος της δαπάνης για τη σταθεροποίηση – αποκατάσταση από το 1985 μέχρι σήμερα είναι μεγάλο και ένα μεγάλο μέρος των δαπανών προήλθε από δωρεές ιδιωτών, οι σημαντικότερες των οποίων ήταν της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οικογένειας Λάτση και του Ιδρύματος Ωνάση. Σήμερα το πλοίο-μουσείο «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί μνημείο που τιμά αυτούς που υπηρέτησαν και έπεσαν στη διάρκεια της ένδοξης ιστορίας του. Συνάμα διατηρεί ζωντανά τα μη απτά ανθρώπινα αποθέματα, όπως η κληρονομιά των θαλασσών, η σημασία των θαλασσίων μεταφορών και η ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος, όπου η αξιοπρέπεια, το ήθος και η δημοκρατική αντίληψη, είναι κοινός τόπος συνάντησης όλων των ναυτικών. Το Πλωτό Ναυτικό Μουσείο Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί εδώ και χρόνια μια δραστήρια εκπαιδευτική κοινότητα με καθημερινές επισκέψεις σχολείων, ιδρυμάτων, οργανισμών, καθώς και πλήθους ιδιωτών. Με τις επισκέψεις αυτές πραγματοποιείται και η δεύτερη πτυχή του οράματος του δωρητή, που ήθελε το πλοίο, παράλληλα με τον εθνικό του σκοπό, να εκπληρώνει και εκπαιδευτική αποστολή.
Είναι ζήτημα εάν στην παγκόσμια ιστορία του πολεμικού ναυτικού θα μπορούσαμε να συναντήσουμε άλλο πολεμικό πλοίο που να συνδέθηκε για σχεδόν μισό αιώνα με την ιστορία και τα πεπρωμένα ενός έθνους. Το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», μοναδική ίσως εξαίρεση, μαζί με την προσωπικότητα και το πατριωτικό ήθος του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με τη διαμόρφωση ιστορικών γεγονότων εθνικής εμβέλειας χωρίς ουδέποτε να γνωρίσει την ήττα και την ατίμωση.
Ακόμα και μετά τον ειρηνικό επίλογο της πολεμικής του δράσης, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η ψυχή του «Μπάρμπα Γιώργη» εξακολουθούσε να παραμένει ζωντανή, έτοιμη για την τελευταία μάχη. Ο έρανος που προκήρυξε το Πολεμικό Ναυτικό, προκειμένου να συμβάλει στα έξοδα αποκατάστασης του πλοίου, επέφερε εξαιρετικά αποτελέσματα, απόδειξη του ισχυρού συμβολισμού που το θωρηκτό είχε εδραιώσει για δεκαετίες στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων. Ως «πλοίο εν ενεργεία», το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» στέκεται σήμερα αγέρωχο, φωτεινό σύμβολο της ελληνικής ναυτοσύνης και του πολεμικού ηρωισμού. Στην τελευταία του μάχη, αυτή της ιστορικής μνήμης, το «Γ. Αβέρωφ» βγήκε για άλλη μια φορά νικητής.
Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ (5 Ἰαν.1913)
TA…ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ
Στον επόμενο μήνα (από την Ναυμαχία της Έλλης),ο τουρκικός στόλος επιχείρησε αρκετές εξόδους από τα στενά, αλλά κάθε φορά πριν απομακρυνθεί έβρισκε μπροστά του την Ελληνική θωρηκτή μοίρα με τον Αβέρωφ μπροστά. Σύντομα οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι για να έχουν ελπίδες επιτυχίας, έπρεπε να απαλλαγούν από αυτό το ταχύτατο εύδρομο.
Έτσι το βράδυ της 13ης Δεκεμβρίου, μια συννεφιασμένη νύχτα το εύδρομο Χαμηδιέ μασκαρεμένο σε Ρωσικό πολεμικό και με κυβερνήτη τον Ρεούφ Μπέη, κατάφερε να διαφύγει της προσοχής των ελληνικών περιπολιών και να πλεύση προς το νότιο Αιγαίο, με τον σκοπό να δημιουργήσει αντιπερισπασμό και να παρασύρει έτσι το μόνο ελληνικό πλοίο που μπορούσε να το καταδιώξει, τον Αβέρωφ, μακρυά από τα Δαρδανέλια.
Α/Π ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, 1912.
Ἔργο: Ἀριστείδη Γλύκα
Πράγματι, την επόμενη ημέρα κατέπλευσε έξω από το λιμάνι της Ερμουπόλεως στην Σύρο όπου αφού βύθισε το εξοπλισμένο πλοίο Μακεδονία, βομβάρδισε εγκαταστάσεις στην στεριά. Στην συνέχεια εξαφανίσθηκε προς νότο με μεγάλη ταχύτητα. Αυτή την φορά ήταν η σειρά των Ελλήνων να πανικοβληθούν. Ο Κουντουριώτης λαμβάνει κατεπείγουσες διαταγές για «… καταδίωξη του εχθρικού σκάφους προπορευόμενου του Αβέρωφ με μεγίστη ταχύτητα.»
Ο ναύαρχος όμως, με το ευρύ στρατηγικό πνεύμα και την ευφυΐα που διακρίνει πάντα τους μεγάλους ναυτικούς άνδρες, δεν ξεγελάστηκε ούτε προς στιγμή από το τέχνασμα. Ορθά-κοφτά αρνείται να υπακούσει στις διαταγές αυτές και αντί να τρέχει πίσω από τον Ρεούφ Μπέη, κάνει κάτι απλούστατο και πολύ πιο αποτελεσματικό: χρησιμοποιώντας ελαφρές μονάδες του στόλου αποκλείει το λιμάνι της Σμύρνης.
Έτσι το Χαμηδιέ είναι αναγκασμένο να ανεφοδιάζεται από την Αττάλεια ή την Αίγυπτο και η απειλή του μειώνεται σημαντικά. Η προσοχή του ελληνικού στόλου στρέφεται και πάλι στην έξοδο των στενών…
Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ
Oι Τούρκοι από την μεριά τους νομίζοντας οτι ο Αβέρωφ είχε όντως απομακρυνθεί βάσει των διαταγών που είχε λάβει, ετοιμαζόντουσαν να επιχειρήσουν έξοδο. Ο Ραμίζ Μπέης, προσπαθώντας να ανορθώσει το πεσμένο ηθικό των ανδρών του για την νέα μάχη, έφερε από το μουσείο της Κωνσταντινουπόλεως το περίφημο λάβαρο του φοβερού κουρσάρου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα που καταναυμάχησε τον χριστιανικό στόλο του Αντρέα Ντόρια στην Πρέβεζα το 1538, και το ύψωσε στον ιστό της ναυαρχίδας του που έφερε το ίδιο όνομα. Και με το κατακόκκινο και χρυσοκεντημένο με ρητά από το Κοράνι λάβαρο να ανεμίζει στο προπορευόμενο πλοίο, ο τουρκικός στόλος πέρασε το ακρωτήρι της Έλλης στις 8 και 20 το πρωί της 5ης Ιανουαρίου 1913 και ανοίχθηκε στο Αιγαίο.
Δεν άργησε όμως να γίνει αντιληπτός από το ανιχνευτικό Λέων που σπεύδει να τηλεγραφήσει στον Μούδρο : "Ολόκληρος ο στόλος εξέρχεται".
Παραδόξως όμως ο Κουντουριώτης δεν φαίνεται να συγκινείται. Δίνει εντολή να προγευματίσουν τα πληρώματα και κάθεται και ο ίδιος στο τραπέζι μαζί με τους αξιωματικούς του που απορούν. Αυτό που ήθελε στην πραγματικότητα, ήταν να δώσει χρόνο στον τουρκικό στόλο να απομακρυνθεί από τα Δαρδανέλια και την προστασία των φρουρίων τους όσο γίνεται περισσότερο. Έτσι, δίνει εντολή για άπαρση μόλις στις 10 παρά τέταρτο.
Στην τουρκική διάταξη, που πλησίαζε για να βομβαρδίσει τον ναύσταθμο, προηγείται το Μετζιδιέ και ακολουθούν σε κάποια απόσταση τα θωρηκτά σε γραμμή παραγωγής. Μόλις όμως το εύδρομο έφθασε κοντά στο ακρωτήρι Ειρήνη, έκανε την εμφάνισή του και ο Ελληνικός στόλος που έβγαινε από τον Μούδρο. Πρώτο πρώτο, με σύννεφα μαύρου καπνού να ξεχύνονται από τις καπνοδόχους του ήταν το εύδρομο Αβέρωφ.
Το Μετζιδιέ (Medjidiye) σταματά απότομα, κάνει στροφή 180 μοιρών και κατευθύνεται ολοταχώς προς τα Τουρκικά θωρηκτά. Είναι φανερό οτι οι τούρκοι αιφνιδιάστηκαν απόλυτα από την παρουσία της ελληνικής ναυαρχίδας που την νόμιζαν οτι καταδίωκε το Χαμηδιέ. Όμως δεν έχουν την ταχύτητα ούτε και τα περιθώρια να ξεφύγουν από τον Αβέρωφ. Η μάχη που ήθελε ο Κουντουριώτης είναι πλέον αναπόφευκτη. Οι τούρκοι τώρα στρέφουν προς νοτιοδυτικά και οι Έλληνες παίρνουν αμέσως «συγκλίνουσα πορεία». Η απόσταση μεταξύ των στόλων μειώνεται συνεχώς. Στις 11.30 είναι περίπου 9.000 μέτρα και οι Έλληνες διακρίνουν ήδη μια τεράστια κοκκινόχρυση σημαία που ανεμίζει στον ιστό της εχθρικής ναυαρχίδας. Δεν έχουν την ευκαιρία να προβληματισθούν πολύ καθώς στις 11.34 και από τα 8.400 μέτρα τα οθωμανικά πλοία ανοίγουν πύρ.
Medjidiye
Από την πρώτη στιγμή είναι φανερό ότι όλα τα πλοία τους συγκεντρώνουν τα πυρά τους στον Αβέρωφ. Οι Έλληνες αντίθετα μοιράζονται : ο Αβέρωφ και το Σπέτσες σημαδεύουν το Μπαρμπαρόσσα, ενώ το Ύδρα και το Ψαρά το Τοργκούτ Ρεϊς. Καθώς η απόσταση έπεσε στα 6.500 μέτρα τα Ελληνικά πυρά που είναι πολύ περισσότερο συντονισμένα και εύστοχα φέρνουν αποτέλεσμα.
Στις 11:55 ένα βλήμα των 10,8 ιντσών από το Ύδρα κτυπάει το κεντρικό πυροβολείο του Μεσσουδιέ. Η βαριά οβίδα τρυπάει τον θώρακα σαν χαρτί και εκρήγνυται ανάμεσα στα στοιβαγμένα πυρομαχικά για τα πυροβόλα των 15 εκατοστών. Η έκρηξη που ακολουθεί είναι φοβερή και όλοι οι υπηρέτες των πυροβόλων σκοτώνονται ή τραυματίζονται. Βαριά πληγωμένο το Μεσσουδιέ και μέσα σε πυκνούς καπνούς από πυρκαϊές, στρέφει αργά προς τα στενά.
Mesudiye
Τέσσερα λεπτά αργότερα μία ομοβροντία του Αβέρωφ βρίσκει το Μπαρμπαρόσσα ολόσωμα. Ένα βλήμα κτυπά τον μεσαίο πύργο του των 11 ιντσών και τον καταστρέφει σκοτώνοντας το πλήρωμά του από 35 άνδρες. Ένα άλλο ξυρίζει τον ιστό του και στέλνει το ιστορικό λάβαρο στον βυθό του Αιγαίου ενώ άλλα διατρυπούν το λεβητοστάσιο και τις υπερκατασκευές του πλοίου. Είναι η σειρά του Μπαρμπαρόσσα να στραφεί προς βορράν.
Torgut Reis (πρώην: S.M.S. Weissenburg)
Σε τρία λεπτά το ακολουθεί και το σχετικά άθικτο Τοργκούτ Ρεϊς. Kαθώς όμως το τελευταίο καλύπτει την υποχώρηση, συγκεντρώνει πάνω του όλα τα πυρά. Οι Έλληνες πυροβολητές με ακρίβεια και ψυχραιμία γυμνασίων στέλνουν την μία πίσω από την άλλη τις οβίδες τους στο πρώην γερμανικό θωρηκτό Βάϊσσενμπουργκ. Η μπροστινή τσιμινιέρα του πέφτει, η πρυμναία γέφυρά του καταστρέφεται και δύο από τα δευτερεύοντα πυροβόλα του ανατινάζονται. Μία οβίδα εκρήγνυται στο λεβητοστάσιο του σκοτώνοντας πολλούς ναύτες και πλημμυρίζοντας το. Το κατάστρωμα του γεμίζει τρύπες και στραβωμένα σίδερα και το πλοίο αρχίζει να παίρνει κλίση.
Ο Ραμίζ Μπέης στέλνει σήμα προς τον στόλο του : «Επιστρέψατε ολοταχώς στα Στενά, έκαστος για τον εαυτό του».Η μάχη είναι μόλις τριάντα πέντε λεπτών…Ο Κουντουριώτης τώρα δίνει διαταγή για καταδίωξη του εχθρού «πάση δυνάμει». Ο Αβέρωφ αναπτύσσει πάλι ταχύτητα 23 μιλίων και ξεχύνεται πίσω από τον εχθρό που φεύγει κακήν κακώς. Όμως τα γέρικα θωρηκτά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά δεν μπορούν να ακολουθήσουν παρά τις ηρωικές προσπάθειες των μηχανικών τους, πιάνουν μόλις 15 μίλια. Έτσι ο Αβέρωφ με τον Κουντουριώτη απομένουν μόνοι να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα. Αποδεικνύουν οτι είναι κάτι παραπάνω από ικανοί.
H ναυαρχίδα ελίσσεται διαρκώς σε ζίγκ-ζάγκ ακολουθώντας τα εχθρικά πλοία από μικρή απόσταση και ραίνοντας τα ασταμάτητα με οβίδες. Ο ναύαρχος Ραμίζ, βλέποντας ότι το Τοργκούτ έχει πάρει μεγάλη κλίση από τα νερά που μπήκαν στα ύφαλά του, επιχειρεί να το καλύψει με το δικό του πλοίο. Είναι πραγματικά μία γενναία ενέργεια, αλλά έχει σαν αποτέλεσμα η τουρκική ναυαρχίδα να δεχθεί ένα πραγματικό σφυροκόπημα από τα πυροβόλα του Αβέρωφ. Ο πρυμναίος δίδυμος πύργος των 11 ιντσών αχρηστεύεται από ολόσωμο πλήγμα, οι ανελκυστήρες άνθρακος καταστρέφονται και η τραπεζαρία των αξιωματικών και το αναρρωτήριο ανατινάζονται. Ένα άλλο βλήμα περνάει στο τορπιλλοστάσιο, σκοτώνει τους χειριστές αλλά σαν από θαύμα οι τορπίλες δεν εκρήγνυνται. Σε όλο αυτό το διάστημα ο Αβέρωφ κτυπιέται από δύο βλήματα των 11 ιντσών από το Μπαρμπαρόσσα που προκαλούν 1 τραυματία και μικρές ζημιές.
Σαράντα πέντε λεπτά κρατάει το μαρτύριο των τουρκικών πλοίων, μέχρι που στις 2 και μισή το μεσημέρι φθάνουν στο καταφύγιο των στενών. Και όπως τα τουρκικά πλοία χανόντουσαν πίσω από το ακρωτήριο της Έλλης, σαν για αποχαιρετισμό, τα πυροβόλα των 7,5 ιντσών του Αβέρωφ στέλνουν ένα βλήμα να καταστρέψει τον μεσαίο πύργο του Τοργκούτ…
Ιστορία Πλοίου
Δέκα χρόνια μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε μια ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών που είχαν κατασκευασθεί το 1889. Η επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία αξιόμαχου στόλου είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του στόλου - στα τέλη του 1908 - με τέσσερα καινούρια αγγλικά και τέσσερα γερμανικά αντιτορπιλικά. Σε αυτά επρόκειτο να προστεθεί το Θωρακισμένο-Καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ», η Δόξα του Πολεμικού Ναυτικού.
Για την ανανέωση του Στόλου η τότε κυβέρνηση Μαυρομιχάλη είχε απευθυνθεί στα Ναυπηγεία Ορλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας, όπου εκείνη ακριβώς την εποχή κατασκευαζόταν ένα θωρακισμένο–καταδρομικό το οποίο είχε παραγγελθεί και επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από το Ιταλικό Ναυτικό. Όμως, η ακύρωση της παραγγελίας από τη μεριά των Ιταλών και η άμεση προκαταβολή του 1/3 της συνολικής αξίας του πλοίου επέτρεψαν την απόκτηση του θωρηκτού από την Ελλάδα. Το ποσόν της προκαταβολής προήλθε από τη διαθήκη του Γεωργίου Αβέρωφ και ανήρχετο σε 8.000.000 εκατομμύρια χρυσές δραχμές, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 15.650.000 χρυσών δραχμών καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.). Η κυβέρνηση δαπάνησε 23.650.000 δρχ. για την απόκτηση του. Τα 8.000.000 δρχ. προέρχονταν από το 20% της συνολικής κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ, που παραχώρησε με τη διαθήκη του στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία
δημοσίευσης της διαθήκης). Η διαθήκη όριζε ότι το 1/5 της περιουσίας του (20 μερίδια) παραχωρείται για τη ναυπήγηση ισχυρού καταδρομικού πλοίου που θα φέρει το όνομα του και διασκευασμένο κατά τέτοιον τρόπο ώστε να χρησιμεύει ως Εκπαιδευτικό πλοίο Σχολής Ναυτικών Δοκίμων προς την πρακτική και θεωρητική τελειοποίηση αυτών. Το υπόλοιπο ποσό 14.300.000 καλύφθηκε εξ' ολοκλήρου από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.). Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι Τούρκοι είχαν ενδιαφερθεί για την αγορά του πλοίου
Το 10.200 τόνων θωρακισμένο εύδρομο (όπως ακριβέστερα περιγράφεται) είχε ιταλικές μηχανές 19.000 ίππων, 22 γαλλικούς λέβητες, γερμανικές γεννήτριες και αγγλικά πυροβόλα 190 και 234 χιλιοστών τύπου ARMSTRONG. Η μέγιστη ταχύτητα που ανέπτυσσε το Θωρηκτό ήταν 23 κόμβοι. Το «Γ. Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου (27 Φεβρουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1910 και την 1 Σεπτεμβρίου 1911 κατέπλευσε στο Φάληρο, όπου έγινε δεκτό από τους Έλληνες με ενθουσιασμό.
Το Θωρηκτό δεν άργησε να γνωρίσει το βάπτισμα του πυρός. Τον Οκτώβριο του 1912, με την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, το «Γ.Αβέρωφ», επικεφαλής του Στόλου του Αιγαίου υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, απέπλευσε προς τα Δαρδανέλια. Κατέλαβε τη Λήμνο και στον όρμο του Μούδρου εγκαταστάθηκε το προχωρημένο αγκυροβόλιο του Στόλου. Ακολούθησε η κατάληψη του Αγίου Όρους, των νησιών του βορείου και ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Αγ. Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος). Η σύγκρουση με τον τουρκικό στόλο ήταν πλέον αναπόφευκτη. Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης έδωσε επιθετικό χαρακτήρα στον ελληνικό σχεδιασμό. Διέταξε το στόλο του να αρχίσει να πλέει από βορρά προς νότο, οπότε ο οθωμανικός στόλος εμφανίσθηκε στην έξοδο των Στενών. Τότε, ο Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο σήμα του στα ελληνικά πλοία που συνέπλεαν με το «Γ. Αβέρωφ»: «Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου πλέω μεθ' ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν προς την νίκην εναντίον του εχθρού του Γένους». Η έκβαση των Ναυμαχιών της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) που ακολούθησαν, διέλυσε τις προσδοκίες του Σουλτάνου και της Υψηλής Πύλης για τον έλεγχο του Αιγαίου. Ο οθωμανικός στόλος δεν θα επιχειρούσε πια νέα έξοδο στο Αιγαίο.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13 αποτελούν αναντίρρητα την πλέον ένδοξη πολεμική περίοδο του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ». Με την έναρξη των εχθροπραξιών, τον Οκτώβριο του 1912, ο ελληνικός στόλος κλήθηκε να πετύχει έναν ιδιαίτερα δύσκολο συνδυασμό πολλαπλών στόχων: να εμποδίσει την έξοδο του οθωμανικού στόλου στο Αιγαίο, να αποκτήσει την κυριότητα των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου, να εμποδίσει τη μεταφορά οθωμανικών στρατευμάτων και εφοδίων προς τα ηπειρωτικά μέτωπα των Βαλκανίων, καθώς και να προστατεύσει τις αντιστοιχείς θαλάσσιες μεταφορές της Ελλάδας και των συμμάχων της. Η επιτυχής έκβαση των ελληνικών επιτελικών σχεδιασμών ήταν αποτέλεσμα τριών κυρίως παραγόντων: των αυξημένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων που διέθετε το νεότευκτο θωρηκτό, της αναμφισβήτητης ηγετικής ικανότητας και τόλμης του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, όπως και του υψηλότατου ηθικού των ελληνικών πληρωμάτων όλου ανεξαιρέτως του ελληνικού στόλου. Η επιτυχής κατάληψη των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου και η κατίσχυση των ελληνικών όπλων στις Ναυμαχίες της Έλλης και την Λήμνου είχαν ως αποτέλεσμα ο «Γ. Αβέρωφ» να αποκτήσει διαστάσεις συμβόλου στη λαϊκή μνήμη: ένας μύθος είχε πια γεννηθεί.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα παρέμεινε ουδέτερη. Όμως, το 1917 η Κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου απεφάσισε να συμμετάσχει στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Με το τέλος της παγκόσμιας σύρραξης -Οκτώβριος 1918- η Τουρκία συνθηκολόγησε (ανακωχή του Μούδρου) και η Ελλάδα βρέθηκε στην πλευρά των νικητών. Το «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη και εκεί ύψωσε την ελληνική σημαία ως μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Μεγάλου Πολέμου. Συμπερασματικά, ο πλήρης έλεγχος της Μεσογείου από το συμμαχικό ναυτικό και η επιτυχία της συμμαχικής ναυτικής στρατηγικής, που απέβλεπε στον αποκλεισμό του στόλου των Κεντρικών Δυνάμεων στην Αδριατική και του τουρκικού στον Βόσπορο, στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σ' αυτά ακριβώς τα πλήγματα που είχε επιφέρει ο ελληνικός στόλος και το «Γ. Αβέρωφ» στην Κωνσταντινούπολη και η ύψωση της ελληνικής σημαίας αποτέλεσαν τη δικαίωση του θάρρους και της αυταπάρνησης του ελληνικού πολεμικού στόλου στον αγώνα για εθνική ολοκλήρωση, σύμβολο πλέον ναυτικής τόλμης και ηρωισμού, διέγειρε τη συλλογική φαντασία και τα οράματα του Ελληνισμού.
Μετά την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης το «Γ. Αβέρωφ» μαζί με τον υπόλοιπο στόλο μετέφερε τα ελληνικά στρατεύματα στην Ιωνία. Οι εξελίξεις των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία διέγραψαν γρήγορα αρνητική πορεία που κατέληξε στην Καταστροφή του '22. Το «Γ. Αβέρωφ» βρέθηκε ξανά στα μικρασιατικά παράλια, τούτη τη φορά για να βοηθήσει στη μεταφορά των στρατευμάτων και του ξεριζωμένου ελληνικού στοιχείου.
Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» τέθηκε και πάλι επικεφαλής, ως ναυαρχίδα του ελληνικού πολεμικού στόλου. Μετά ωστόσο τη κατάρρευση του μετώπου, τον Απρίλιο του 1941, το Υπουργείο Ναυτικών διέταξε την αυτοβύθιση του θωρηκτού, προκειμένου να μην περιέλθει στα χέρια του εχθρού. Στην καρδιά και στο φρόνημα των ελληνικών πληρωμάτων, η αναχώρηση των εναπομεινάντων πλοίων του στόλου στην Αλεξάνδρεια ήταν αδιανόητο να γίνει χωρίς την ασφαλή συντροφιά του «Μπάρμπα Γιώργη», του ηρωικού Θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ», όπως ήταν συνηθισμένο να ονομάζεται από τα πληρώματα. Έτσι λοιπόν, μετά τον επιτυχή κατάπλου του θωρηκτού στην Αλεξάνδρεια, το πλοίο κατευθύνθηκε στη Βομβάη για γενική επισκευή και επιθεώρηση. Αρχικά το «Γ. Αβέρωφ» δραστηριοποιήθηκε στον Ινδικό Ωκεανό, με αποστολή την προστασία νηοπομπών, που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν. Στο τέλος του 1942 ο «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στο Πορτ Σάιντ, όπου συμμετείχε σε αποστολές προστασίας λιμένων. Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1944 και ύστερα από απουσία σχεδόν τεσσάρων ετών, ο ένδοξος «Γ. Αβέρωφ» επέστρεψε στις 16 Οκτωβρίου 1944 το απόγευμα στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του την τότε εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και αγκυροβόλησε πανηγυρικά στον φαληρικό όρμο. Στο χρονικό διάστημα 1947 έως 1949 το Θωρηκτό έγινε Αρχηγείο Στόλου στο Κερατσίνι. Όμως, το πλοίο είχε ‘γεράσει' και το 1952 διατάχθηκε ο παροπλισμός του.
Από το 1957 μέχρι το 1983, το Θωρηκτό βρέθηκε πρυμνοδετημένο στον Πόρο. Το 1984 το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε να το αποκαταστήσει. Μετά από τριάντα χρόνια στο περιθώριο, το Θωρηκτό ξεκίνησε τη νέα του πορεία. Την ίδια χρονιά το πλοίο ρυμουλκήθηκε από τον Πόρο και κατέληξε στο Φάληρο, όπου άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασής του. Το μέγεθος της δαπάνης για τη σταθεροποίηση – αποκατάσταση από το 1985 μέχρι σήμερα είναι μεγάλο και ένα μεγάλο μέρος των δαπανών προήλθε από δωρεές ιδιωτών, οι σημαντικότερες των οποίων ήταν της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οικογένειας Λάτση και του Ιδρύματος Ωνάση. Σήμερα το πλοίο-μουσείο «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί μνημείο που τιμά αυτούς που υπηρέτησαν και έπεσαν στη διάρκεια της ένδοξης ιστορίας του. Συνάμα διατηρεί ζωντανά τα μη απτά ανθρώπινα αποθέματα, όπως η κληρονομιά των θαλασσών, η σημασία των θαλασσίων μεταφορών και η ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος, όπου η αξιοπρέπεια, το ήθος και η δημοκρατική αντίληψη, είναι κοινός τόπος συνάντησης όλων των ναυτικών. Το Πλωτό Ναυτικό Μουσείο Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί εδώ και χρόνια μια δραστήρια εκπαιδευτική κοινότητα με καθημερινές επισκέψεις σχολείων, ιδρυμάτων, οργανισμών, καθώς και πλήθους ιδιωτών. Με τις επισκέψεις αυτές πραγματοποιείται και η δεύτερη πτυχή του οράματος του δωρητή, που ήθελε το πλοίο, παράλληλα με τον εθνικό του σκοπό, να εκπληρώνει και εκπαιδευτική αποστολή.
Είναι ζήτημα εάν στην παγκόσμια ιστορία του πολεμικού ναυτικού θα μπορούσαμε να συναντήσουμε άλλο πολεμικό πλοίο που να συνδέθηκε για σχεδόν μισό αιώνα με την ιστορία και τα πεπρωμένα ενός έθνους. Το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», μοναδική ίσως εξαίρεση, μαζί με την προσωπικότητα και το πατριωτικό ήθος του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με τη διαμόρφωση ιστορικών γεγονότων εθνικής εμβέλειας χωρίς ουδέποτε να γνωρίσει την ήττα και την ατίμωση.
Ακόμα και μετά τον ειρηνικό επίλογο της πολεμικής του δράσης, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η ψυχή του «Μπάρμπα Γιώργη» εξακολουθούσε να παραμένει ζωντανή, έτοιμη για την τελευταία μάχη. Ο έρανος που προκήρυξε το Πολεμικό Ναυτικό, προκειμένου να συμβάλει στα έξοδα αποκατάστασης του πλοίου, επέφερε εξαιρετικά αποτελέσματα, απόδειξη του ισχυρού συμβολισμού που το θωρηκτό είχε εδραιώσει για δεκαετίες στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων. Ως «πλοίο εν ενεργεία», το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» στέκεται σήμερα αγέρωχο, φωτεινό σύμβολο της ελληνικής ναυτοσύνης και του πολεμικού ηρωισμού. Στην τελευταία του μάχη, αυτή της ιστορικής μνήμης, το «Γ. Αβέρωφ» βγήκε για άλλη μια φορά νικητής.
Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ (5 Ἰαν.1913)
TA…ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ
Στον επόμενο μήνα (από την Ναυμαχία της Έλλης),ο τουρκικός στόλος επιχείρησε αρκετές εξόδους από τα στενά, αλλά κάθε φορά πριν απομακρυνθεί έβρισκε μπροστά του την Ελληνική θωρηκτή μοίρα με τον Αβέρωφ μπροστά. Σύντομα οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι για να έχουν ελπίδες επιτυχίας, έπρεπε να απαλλαγούν από αυτό το ταχύτατο εύδρομο.
Έτσι το βράδυ της 13ης Δεκεμβρίου, μια συννεφιασμένη νύχτα το εύδρομο Χαμηδιέ μασκαρεμένο σε Ρωσικό πολεμικό και με κυβερνήτη τον Ρεούφ Μπέη, κατάφερε να διαφύγει της προσοχής των ελληνικών περιπολιών και να πλεύση προς το νότιο Αιγαίο, με τον σκοπό να δημιουργήσει αντιπερισπασμό και να παρασύρει έτσι το μόνο ελληνικό πλοίο που μπορούσε να το καταδιώξει, τον Αβέρωφ, μακρυά από τα Δαρδανέλια.
Α/Π ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, 1912.
Ἔργο: Ἀριστείδη Γλύκα
Πράγματι, την επόμενη ημέρα κατέπλευσε έξω από το λιμάνι της Ερμουπόλεως στην Σύρο όπου αφού βύθισε το εξοπλισμένο πλοίο Μακεδονία, βομβάρδισε εγκαταστάσεις στην στεριά. Στην συνέχεια εξαφανίσθηκε προς νότο με μεγάλη ταχύτητα. Αυτή την φορά ήταν η σειρά των Ελλήνων να πανικοβληθούν. Ο Κουντουριώτης λαμβάνει κατεπείγουσες διαταγές για «… καταδίωξη του εχθρικού σκάφους προπορευόμενου του Αβέρωφ με μεγίστη ταχύτητα.»
Ο ναύαρχος όμως, με το ευρύ στρατηγικό πνεύμα και την ευφυΐα που διακρίνει πάντα τους μεγάλους ναυτικούς άνδρες, δεν ξεγελάστηκε ούτε προς στιγμή από το τέχνασμα. Ορθά-κοφτά αρνείται να υπακούσει στις διαταγές αυτές και αντί να τρέχει πίσω από τον Ρεούφ Μπέη, κάνει κάτι απλούστατο και πολύ πιο αποτελεσματικό: χρησιμοποιώντας ελαφρές μονάδες του στόλου αποκλείει το λιμάνι της Σμύρνης.
Έτσι το Χαμηδιέ είναι αναγκασμένο να ανεφοδιάζεται από την Αττάλεια ή την Αίγυπτο και η απειλή του μειώνεται σημαντικά. Η προσοχή του ελληνικού στόλου στρέφεται και πάλι στην έξοδο των στενών…
Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ
Oι Τούρκοι από την μεριά τους νομίζοντας οτι ο Αβέρωφ είχε όντως απομακρυνθεί βάσει των διαταγών που είχε λάβει, ετοιμαζόντουσαν να επιχειρήσουν έξοδο. Ο Ραμίζ Μπέης, προσπαθώντας να ανορθώσει το πεσμένο ηθικό των ανδρών του για την νέα μάχη, έφερε από το μουσείο της Κωνσταντινουπόλεως το περίφημο λάβαρο του φοβερού κουρσάρου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα που καταναυμάχησε τον χριστιανικό στόλο του Αντρέα Ντόρια στην Πρέβεζα το 1538, και το ύψωσε στον ιστό της ναυαρχίδας του που έφερε το ίδιο όνομα. Και με το κατακόκκινο και χρυσοκεντημένο με ρητά από το Κοράνι λάβαρο να ανεμίζει στο προπορευόμενο πλοίο, ο τουρκικός στόλος πέρασε το ακρωτήρι της Έλλης στις 8 και 20 το πρωί της 5ης Ιανουαρίου 1913 και ανοίχθηκε στο Αιγαίο.
Δεν άργησε όμως να γίνει αντιληπτός από το ανιχνευτικό Λέων που σπεύδει να τηλεγραφήσει στον Μούδρο : "Ολόκληρος ο στόλος εξέρχεται".
Παραδόξως όμως ο Κουντουριώτης δεν φαίνεται να συγκινείται. Δίνει εντολή να προγευματίσουν τα πληρώματα και κάθεται και ο ίδιος στο τραπέζι μαζί με τους αξιωματικούς του που απορούν. Αυτό που ήθελε στην πραγματικότητα, ήταν να δώσει χρόνο στον τουρκικό στόλο να απομακρυνθεί από τα Δαρδανέλια και την προστασία των φρουρίων τους όσο γίνεται περισσότερο. Έτσι, δίνει εντολή για άπαρση μόλις στις 10 παρά τέταρτο.
Στην τουρκική διάταξη, που πλησίαζε για να βομβαρδίσει τον ναύσταθμο, προηγείται το Μετζιδιέ και ακολουθούν σε κάποια απόσταση τα θωρηκτά σε γραμμή παραγωγής. Μόλις όμως το εύδρομο έφθασε κοντά στο ακρωτήρι Ειρήνη, έκανε την εμφάνισή του και ο Ελληνικός στόλος που έβγαινε από τον Μούδρο. Πρώτο πρώτο, με σύννεφα μαύρου καπνού να ξεχύνονται από τις καπνοδόχους του ήταν το εύδρομο Αβέρωφ.
Το Μετζιδιέ (Medjidiye) σταματά απότομα, κάνει στροφή 180 μοιρών και κατευθύνεται ολοταχώς προς τα Τουρκικά θωρηκτά. Είναι φανερό οτι οι τούρκοι αιφνιδιάστηκαν απόλυτα από την παρουσία της ελληνικής ναυαρχίδας που την νόμιζαν οτι καταδίωκε το Χαμηδιέ. Όμως δεν έχουν την ταχύτητα ούτε και τα περιθώρια να ξεφύγουν από τον Αβέρωφ. Η μάχη που ήθελε ο Κουντουριώτης είναι πλέον αναπόφευκτη. Οι τούρκοι τώρα στρέφουν προς νοτιοδυτικά και οι Έλληνες παίρνουν αμέσως «συγκλίνουσα πορεία». Η απόσταση μεταξύ των στόλων μειώνεται συνεχώς. Στις 11.30 είναι περίπου 9.000 μέτρα και οι Έλληνες διακρίνουν ήδη μια τεράστια κοκκινόχρυση σημαία που ανεμίζει στον ιστό της εχθρικής ναυαρχίδας. Δεν έχουν την ευκαιρία να προβληματισθούν πολύ καθώς στις 11.34 και από τα 8.400 μέτρα τα οθωμανικά πλοία ανοίγουν πύρ.
Medjidiye
Από την πρώτη στιγμή είναι φανερό ότι όλα τα πλοία τους συγκεντρώνουν τα πυρά τους στον Αβέρωφ. Οι Έλληνες αντίθετα μοιράζονται : ο Αβέρωφ και το Σπέτσες σημαδεύουν το Μπαρμπαρόσσα, ενώ το Ύδρα και το Ψαρά το Τοργκούτ Ρεϊς. Καθώς η απόσταση έπεσε στα 6.500 μέτρα τα Ελληνικά πυρά που είναι πολύ περισσότερο συντονισμένα και εύστοχα φέρνουν αποτέλεσμα.
Στις 11:55 ένα βλήμα των 10,8 ιντσών από το Ύδρα κτυπάει το κεντρικό πυροβολείο του Μεσσουδιέ. Η βαριά οβίδα τρυπάει τον θώρακα σαν χαρτί και εκρήγνυται ανάμεσα στα στοιβαγμένα πυρομαχικά για τα πυροβόλα των 15 εκατοστών. Η έκρηξη που ακολουθεί είναι φοβερή και όλοι οι υπηρέτες των πυροβόλων σκοτώνονται ή τραυματίζονται. Βαριά πληγωμένο το Μεσσουδιέ και μέσα σε πυκνούς καπνούς από πυρκαϊές, στρέφει αργά προς τα στενά.
Mesudiye
Τέσσερα λεπτά αργότερα μία ομοβροντία του Αβέρωφ βρίσκει το Μπαρμπαρόσσα ολόσωμα. Ένα βλήμα κτυπά τον μεσαίο πύργο του των 11 ιντσών και τον καταστρέφει σκοτώνοντας το πλήρωμά του από 35 άνδρες. Ένα άλλο ξυρίζει τον ιστό του και στέλνει το ιστορικό λάβαρο στον βυθό του Αιγαίου ενώ άλλα διατρυπούν το λεβητοστάσιο και τις υπερκατασκευές του πλοίου. Είναι η σειρά του Μπαρμπαρόσσα να στραφεί προς βορράν.
Torgut Reis (πρώην: S.M.S. Weissenburg)
Σε τρία λεπτά το ακολουθεί και το σχετικά άθικτο Τοργκούτ Ρεϊς. Kαθώς όμως το τελευταίο καλύπτει την υποχώρηση, συγκεντρώνει πάνω του όλα τα πυρά. Οι Έλληνες πυροβολητές με ακρίβεια και ψυχραιμία γυμνασίων στέλνουν την μία πίσω από την άλλη τις οβίδες τους στο πρώην γερμανικό θωρηκτό Βάϊσσενμπουργκ. Η μπροστινή τσιμινιέρα του πέφτει, η πρυμναία γέφυρά του καταστρέφεται και δύο από τα δευτερεύοντα πυροβόλα του ανατινάζονται. Μία οβίδα εκρήγνυται στο λεβητοστάσιο του σκοτώνοντας πολλούς ναύτες και πλημμυρίζοντας το. Το κατάστρωμα του γεμίζει τρύπες και στραβωμένα σίδερα και το πλοίο αρχίζει να παίρνει κλίση.
Ο Ραμίζ Μπέης στέλνει σήμα προς τον στόλο του : «Επιστρέψατε ολοταχώς στα Στενά, έκαστος για τον εαυτό του».Η μάχη είναι μόλις τριάντα πέντε λεπτών…Ο Κουντουριώτης τώρα δίνει διαταγή για καταδίωξη του εχθρού «πάση δυνάμει». Ο Αβέρωφ αναπτύσσει πάλι ταχύτητα 23 μιλίων και ξεχύνεται πίσω από τον εχθρό που φεύγει κακήν κακώς. Όμως τα γέρικα θωρηκτά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά δεν μπορούν να ακολουθήσουν παρά τις ηρωικές προσπάθειες των μηχανικών τους, πιάνουν μόλις 15 μίλια. Έτσι ο Αβέρωφ με τον Κουντουριώτη απομένουν μόνοι να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα. Αποδεικνύουν οτι είναι κάτι παραπάνω από ικανοί.
H ναυαρχίδα ελίσσεται διαρκώς σε ζίγκ-ζάγκ ακολουθώντας τα εχθρικά πλοία από μικρή απόσταση και ραίνοντας τα ασταμάτητα με οβίδες. Ο ναύαρχος Ραμίζ, βλέποντας ότι το Τοργκούτ έχει πάρει μεγάλη κλίση από τα νερά που μπήκαν στα ύφαλά του, επιχειρεί να το καλύψει με το δικό του πλοίο. Είναι πραγματικά μία γενναία ενέργεια, αλλά έχει σαν αποτέλεσμα η τουρκική ναυαρχίδα να δεχθεί ένα πραγματικό σφυροκόπημα από τα πυροβόλα του Αβέρωφ. Ο πρυμναίος δίδυμος πύργος των 11 ιντσών αχρηστεύεται από ολόσωμο πλήγμα, οι ανελκυστήρες άνθρακος καταστρέφονται και η τραπεζαρία των αξιωματικών και το αναρρωτήριο ανατινάζονται. Ένα άλλο βλήμα περνάει στο τορπιλλοστάσιο, σκοτώνει τους χειριστές αλλά σαν από θαύμα οι τορπίλες δεν εκρήγνυνται. Σε όλο αυτό το διάστημα ο Αβέρωφ κτυπιέται από δύο βλήματα των 11 ιντσών από το Μπαρμπαρόσσα που προκαλούν 1 τραυματία και μικρές ζημιές.
Σαράντα πέντε λεπτά κρατάει το μαρτύριο των τουρκικών πλοίων, μέχρι που στις 2 και μισή το μεσημέρι φθάνουν στο καταφύγιο των στενών. Και όπως τα τουρκικά πλοία χανόντουσαν πίσω από το ακρωτήριο της Έλλης, σαν για αποχαιρετισμό, τα πυροβόλα των 7,5 ιντσών του Αβέρωφ στέλνουν ένα βλήμα να καταστρέψει τον μεσαίο πύργο του Τοργκούτ…